Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τεχνοπαράδοτος
τεχνοπωλικός
τεχνούργημα
τεχνουργός
τεχνόω
τεχνύδριον
τεχνύφιον
τέχνωσις
τέῳ
τέων
τέως
Τέως
τζάγγη
τζαγκάριος
τζάπιον
τῇ
τῆ
τῆβαι
τήβεννα
τηβέννειος
τηβεννικός
View word page
τέως
so long, meanwhile, the while

ShortDef

so long, meanwhile, the while
Teos, an Ionian polis

Debugging

Headword:
τέως
Headword (normalized):
τέως
Headword (normalized/stripped):
τεως
IDX:
87838
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87839
Key:

Data

{'content': 'so long, meanwhile, the while'}