Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τεχνοειδής
τεχνολογέω
τεχνολογητέον
τεχνολογία
τεχνολόγος
τεχνοπαίγνιον
τεχνοπαράδοτος
τεχνοπωλικός
τεχνούργημα
τεχνουργός
τεχνόω
τεχνύδριον
τεχνύφιον
τέχνωσις
τέῳ
τέων
τέως
Τέως
τζάγγη
τζαγκάριος
τζάπιον
View word page
τεχνόω
instruct in an art

ShortDef

instruct in an art

Debugging

Headword:
τεχνόω
Headword (normalized):
τεχνόω
Headword (normalized/stripped):
τεχνοω
IDX:
87832
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87833
Key:

Data

{'content': 'instruct in an art'}