Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τεχνιτεύω
τεχνίτης
τεχνιτικός
τεχνῖτις
τεχνογραφέω
τεχνογραφικός
τεχνογράφος
τεχνοδίαιτος
τεχνοειδής
τεχνολογέω
τεχνολογητέον
τεχνολογία
τεχνολόγος
τεχνοπαίγνιον
τεχνοπαράδοτος
τεχνοπωλικός
τεχνούργημα
τεχνουργός
τεχνόω
τεχνύδριον
τεχνύφιον
View word page
τεχνολογητέον
one must treat systematically
ShortDef
one must treat systematically
Debugging
Headword:
τεχνολογητέον
Headword (normalized):
τεχνολογητέον
Headword (normalized/stripped):
τεχνολογητεον
IDX:
87824
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87825
Key:
Data
{'content': 'one must treat systematically'}