Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τεύχημα
τευχήρης
τευχηστήρ
τευχοπλάστις
τεῦχος
τευχοφόρος
τεύχω
τέφρα
τεφρακός
τεφράς
τέφρη
τεφρίζω
τεφροειδής
τεφρός
τεφρόω
τεφρώδης
τέφρωσις
τέχνα
τεχνάζω
τεχνάομαι
τεχνάρχης
View word page
τέφρη
ashes

ShortDef

ashes

Debugging

Headword:
τέφρη
Headword (normalized):
τέφρη
Headword (normalized/stripped):
τεφρη
IDX:
87786
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87787
Key:

Data

{'content': 'ashes'}