Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τετραώνυμος
τετράωτος
τετρεμαίνω
τετρήμερος
τετρήρης
τετρηρικός
τέτριξ
τετρόμματος
τετρόργυιος
τετρούγκιον
τετρωβολίζω
τετρώβολον
τετρώβολος
τετρῳδέομαι
τετρωκοντάλιτρος
τετρωκοστομόριον
τέτρωρον
τετρώροφος
τετρώρυγος
τέττα
τεττίγιον
View word page
τετρωβολίζω
receive four obols

ShortDef

receive four obols

Debugging

Headword:
τετρωβολίζω
Headword (normalized):
τετρωβολίζω
Headword (normalized/stripped):
τετρωβολιζω
IDX:
87736
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87737
Key:

Data

{'content': 'receive four obols'}