Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τετρασχιδής
τετράσχιστος
τετράσχοινος
τετρασωμία
τετράσωμος
τετράτομος
τετράτονος
τέτρατος
τετράτροπος
τετράτροχος
τετράτρυφος
τετραυγής
τετραφαλαγγάρχης
τετραφαλαγγαρχία
τετραφαλαγγία
τετραφάληρος
τετράφαλος
τετραφάρμακος
τετράφυλος
τέτραχα
τετράχειρ
View word page
τετράτρυφος
broken into four pieces

ShortDef

broken into four pieces

Debugging

Headword:
τετράτρυφος
Headword (normalized):
τετράτρυφος
Headword (normalized/stripped):
τετρατρυφος
IDX:
87697
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87698
Key:

Data

{'content': 'broken into four pieces'}