Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τετράμνους
τετραμοιρία
τετράμοιρος
τετράμορος
τετράμορφος
τετράμυρον
τετράμφοδον
τετράμφορος
τετράνομον
τέτραξ
τετράξοος
τετραξός
τετραοδία
τετραοδῖτις
τετράοδος
τετραοίδιος
τετραονία
τετραόργυιος
τετραορία
τετράορος
τετραούγκιον
View word page
τετράξοος
split four times
ShortDef
split four times
Debugging
Headword:
τετράξοος
Headword (normalized):
τετράξοος
Headword (normalized/stripped):
τετραξοος
IDX:
87603
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87604
Key:
Data
{'content': 'split four times'}