Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τετραερμῆς
τετραετηρία
τετραετηρικός
τετραετηρίς
τετραετής
τετραετία
τετράζυγος
τετράζω
τετραήμερος
τετραθέλυμνος
τετράθυρος
τετραΐζω
τετραίνω
τετράϊππον
τετραΐστορον
τετρακαιδεκάεδρον
τετρακαιδεκαέτης
τετρακαιδεκάπεδος
τετρακαιδέκατος
τετρακαιεικοστός
τετρακαιεξηκοστόν
View word page
τετράθυρος
with four doors

ShortDef

with four doors

Debugging

Headword:
τετράθυρος
Headword (normalized):
τετράθυρος
Headword (normalized/stripped):
τετραθυρος
IDX:
87545
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87546
Key:

Data

{'content': 'with four doors'}