Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τεταρτικός
τεταρτολογέω
τεταρτομερίτης
τεταρτομοιρία
τεταρτονεικοστή
τέταρτος
τετευχῆσθαι
τετεχνημένως
τετηρημένως
τετίημαι
τετμηώς
τέτμον
τετολμηκότως
τετρα
τετραβάμων
τετραβαρής
τετράβιβλος
τετραβόειος
τετραβόλος
τετράβραχυς
τετράβυρσος
View word page
τετμηώς
was cut

ShortDef

was cut

Debugging

Headword:
τετμηώς
Headword (normalized):
τετμηώς
Headword (normalized/stripped):
τετμηως
IDX:
87481
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87482
Key:

Data

{'content': 'was cut'}