Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τεταρτημόριον
τεταρτημόριος
τεταρτημορίς
τεταρτικός
τεταρτολογέω
τεταρτομερίτης
τεταρτομοιρία
τεταρτονεικοστή
τέταρτος
τετευχῆσθαι
τετεχνημένως
τετηρημένως
τετίημαι
τετμηώς
τέτμον
τετολμηκότως
τετρα
τετραβάμων
τετραβαρής
τετράβιβλος
τετραβόειος
View word page
τετεχνημένως
artificially
ShortDef
artificially
Debugging
Headword:
τετεχνημένως
Headword (normalized):
τετεχνημένως
Headword (normalized/stripped):
τετεχνημενως
IDX:
87478
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87479
Key:
Data
{'content': 'artificially'}