Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τέρπομαι
τέρπω
τερπωλή
τερσαίνω
τέρσομαι
τερτιοκήριος
τέρφος
τέρχνος
τερψιεπής
τερψίμβροτος
τερψίνοος
τέρψις
τερψίφρων
Τερψιχόρη
τερψίχορος
Τερψίων
τεσσαράβοιος
τεσσαρακαιδεκάδωρος
τεσσαρακαιδέκατος
τεσσαρακαιδεκέτης
τεσσαρακαιεικοσίπους
View word page
τερψίνοος
heart-gladdening
ShortDef
heart-gladdening
Debugging
Headword:
τερψίνοος
Headword (normalized):
τερψίνοος
Headword (normalized/stripped):
τερψινοος
IDX:
87401
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87402
Key:
Data
{'content': 'heart-gladdening'}