Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τερμιεὺς
Τερμίλαι
τερμίνθινος
τέρμινθος
τερμινθοφάγος
τερμιόεις
τέρμιος
τερμοδρομέω
τερμονίζω
τερμόνιος
τερμοσύνη
τέρμων
Τερπιάδης
τερπικέραυνος
τερπνός
τερπνότης
τέρπομαι
τέρπω
τερπωλή
τερσαίνω
τέρσομαι
View word page
τερμοσύνη
ending

ShortDef

ending

Debugging

Headword:
τερμοσύνη
Headword (normalized):
τερμοσύνη
Headword (normalized/stripped):
τερμοσυνη
IDX:
87385
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87386
Key:

Data

{'content': 'ending'}