Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τερετισμός
τέρετρον
τερέω
τερηδονίζομαι
τερηδονισμός
τερηδών
τέρην
τερθρεία
τερθρεύομαι
τερθρεύς
τέρθριος
τέρθρον
τερθρωτήρ
τέρμα
τερμαστῆρες
τερματίζω
τερμέρειον
Τερμερεύς
Τερμησσός
τερμιεὺς
Τερμίλαι
View word page
τέρθριος
the rope from the end of a sail-yard
ShortDef
the rope from the end of a sail-yard
Debugging
Headword:
τέρθριος
Headword (normalized):
τέρθριος
Headword (normalized/stripped):
τερθριος
IDX:
87366
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87367
Key:
Data
{'content': 'the rope from the end of a sail-yard'}