Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τελώνιον
τελωνίσιμος
τεμαχί
τεμαχίζω
τεμαχισμός
τεμαχιστός
τεμαχίτης
τεμαχοπώλης
τέμαχος
τεμενίζω
τεμενικός
τεμένιος
τεμένισμα
τεμενίτης
τεμενῖτις
τέμενος
τεμενουρός
τεμενοῦχος
τέμνω
τέμνω2
Τέμπεα
View word page
τεμενικός
of or for a τέμενος

ShortDef

of or for a τέμενος

Debugging

Headword:
τεμενικός
Headword (normalized):
τεμενικός
Headword (normalized/stripped):
τεμενικος
IDX:
87274
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87275
Key:

Data

{'content': 'of or for a τέμενος'}