Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τέλοσδε
τέλσον
Τελφοῦσα
Τελχίς
τελωνάρχης
τελωνεῖον
τελωνέω
τελώνης
τελωνία
τελωνιάς
τελωνικός
τελώνιον
τελωνίσιμος
τεμαχί
τεμαχίζω
τεμαχισμός
τεμαχιστός
τεμαχίτης
τεμαχοπώλης
τέμαχος
τεμενίζω
View word page
τελωνικός
relating to tax-farming

ShortDef

relating to tax-farming

Debugging

Headword:
τελωνικός
Headword (normalized):
τελωνικός
Headword (normalized/stripped):
τελωνικος
IDX:
87263
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87264
Key:

Data

{'content': 'relating to tax-farming'}