Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντικαταδύομαι
ἀντικατάδυσις
ἀντικαταθνῄσκω
ἀντικατακλείω
ἀντικαταλαμβάνω
ἀντικαταλέγω
ἀντικαταλείπω
ἀντικαταλλαγή
ἀντικατάλλαγμα
ἀντικαταλλακτέον
ἀντικατάλλαξις
ἀντικαταλλάσσομαι
ἀντικαταμετρέω
ἀντικαταμύω
ἀντικαταπλήσσω
ἀντικαταρρέω
ἀντικατασκευάζω
ἀντικατάστασις
ἀντικαταστρατοπεδεύω
ἀντικατάσχεσις
ἀντικατάτασις
View word page
ἀντικατάλλαξις
profits of commerce

ShortDef

profits of commerce

Debugging

Headword:
ἀντικατάλλαξις
Headword (normalized):
ἀντικατάλλαξις
Headword (normalized/stripped):
αντικαταλλαξις
IDX:
8717
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8718
Key:

Data

{'content': 'profits of commerce'}