Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τέκος
τεκταίνομαι
τεκτόναρχος
τεκτονεῖον
τεκτονεύω
τεκτονία
τεκτονικός
τεκτονόχειρ
τεκτοσύνη
τέκτων
τελαμών
Τελαμών
Τελαμωνιάδας
Τελαμωνιάδης
τελαμωνίζω
Τελαμώνιος
τελάρχης
τελέαρχος
τελέθω
τελειογονέω
τελειογονία
View word page
τελαμών
a broad strap for bearing
ShortDef
a broad strap for bearing
Telamon
Debugging
Headword:
τελαμών
Headword (normalized):
τελαμών
Headword (normalized/stripped):
τελαμων
IDX:
87169
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87170
Key:
Data
{'content': 'a broad strap for bearing'}