Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντικατάγω
ἀντικαταδύνω
ἀντικαταδύομαι
ἀντικατάδυσις
ἀντικαταθνῄσκω
ἀντικατακλείω
ἀντικαταλαμβάνω
ἀντικαταλέγω
ἀντικαταλείπω
ἀντικαταλλαγή
ἀντικατάλλαγμα
ἀντικαταλλακτέον
ἀντικατάλλαξις
ἀντικαταλλάσσομαι
ἀντικαταμετρέω
ἀντικαταμύω
ἀντικαταπλήσσω
ἀντικαταρρέω
ἀντικατασκευάζω
ἀντικατάστασις
ἀντικαταστρατοπεδεύω
View word page
ἀντικατάλλαγμα
satisfaction

ShortDef

satisfaction

Debugging

Headword:
ἀντικατάλλαγμα
Headword (normalized):
ἀντικατάλλαγμα
Headword (normalized/stripped):
αντικαταλλαγμα
IDX:
8715
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8716
Key:

Data

{'content': 'satisfaction'}