Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τεκνοποιέω
τεκνοποιητικός
τεκνοποιία
τεκνόποινος
τεκνοποιός
τεκνοραίστης
τεκνοσπορία
τεκνοσπορικός
τεκνοσπόρος
τεκνοσσόος
τεκνοστοργής
τεκνοτροφέω
τεκνοτροφία
τεκνοτρώκτης
τεκνοῦς
τεκνοφαγία
τεκνοφάγος
τεκνοφονέω
τεκνοφόνος
τεκνόω
τέκνωμα
View word page
τεκνοστοργής
full of filial affection

ShortDef

full of filial affection

Debugging

Headword:
τεκνοστοργής
Headword (normalized):
τεκνοστοργής
Headword (normalized/stripped):
τεκνοστοργης
IDX:
87147
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87148
Key:

Data

{'content': 'full of filial affection'}