Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τεκνολέτειρα
τέκνον
τεκνοποιέω
τεκνοποιητικός
τεκνοποιία
τεκνόποινος
τεκνοποιός
τεκνοραίστης
τεκνοσπορία
τεκνοσπορικός
τεκνοσπόρος
τεκνοσσόος
τεκνοστοργής
τεκνοτροφέω
τεκνοτροφία
τεκνοτρώκτης
τεκνοῦς
τεκνοφαγία
τεκνοφάγος
τεκνοφονέω
τεκνοφόνος
View word page
τεκνοσπόρος
begetting children

ShortDef

begetting children

Debugging

Headword:
τεκνοσπόρος
Headword (normalized):
τεκνοσπόρος
Headword (normalized/stripped):
τεκνοσπορος
IDX:
87145
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87146
Key:

Data

{'content': 'begetting children'}