Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τεκνοκτόνος
τεκνόκτονος
τεκνολέτειρα
τέκνον
τεκνοποιέω
τεκνοποιητικός
τεκνοποιία
τεκνόποινος
τεκνοποιός
τεκνοραίστης
τεκνοσπορία
τεκνοσπορικός
τεκνοσπόρος
τεκνοσσόος
τεκνοστοργής
τεκνοτροφέω
τεκνοτροφία
τεκνοτρώκτης
τεκνοῦς
τεκνοφαγία
τεκνοφάγος
View word page
τεκνοσπορία
a begetting of children

ShortDef

a begetting of children

Debugging

Headword:
τεκνοσπορία
Headword (normalized):
τεκνοσπορία
Headword (normalized/stripped):
τεκνοσπορια
IDX:
87143
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87144
Key:

Data

{'content': 'a begetting of children'}