Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τεκμορεῖοι
τεκμορεύω
τεκνίδιον
τεκνίον
τεκνογέννητος
τεκνογονέω
τεκνογονία
τεκνογόνος
τεκνοδαίτης
τεκνοδότης
τεκνόθρεπτος
τεκνοκτονέω
τεκνοκτονία
τεκνοκτόνος
τεκνόκτονος
τεκνολέτειρα
τέκνον
τεκνοποιέω
τεκνοποιητικός
τεκνοποιία
τεκνόποινος
View word page
τεκνόθρεπτος
foster-child
ShortDef
foster-child
Debugging
Headword:
τεκνόθρεπτος
Headword (normalized):
τεκνόθρεπτος
Headword (normalized/stripped):
τεκνοθρεπτος
IDX:
87130
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87131
Key:
Data
{'content': 'foster-child'}