Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντικαλέω
ἀντικαλλωπίζομαι
ἀντικάνθαρον
ἀντικάρδιον
ἀντικαρτερέω
ἀντικαταβάλλω
ἀντικατάγω
ἀντικαταδύνω
ἀντικαταδύομαι
ἀντικατάδυσις
ἀντικαταθνῄσκω
ἀντικατακλείω
ἀντικαταλαμβάνω
ἀντικαταλέγω
ἀντικαταλείπω
ἀντικαταλλαγή
ἀντικατάλλαγμα
ἀντικαταλλακτέον
ἀντικατάλλαξις
ἀντικαταλλάσσομαι
ἀντικαταμετρέω
View word page
ἀντικαταθνῄσκω
to die in turn

ShortDef

to die in turn

Debugging

Headword:
ἀντικαταθνῄσκω
Headword (normalized):
ἀντικαταθνῄσκω
Headword (normalized/stripped):
αντικαταθνησκω
IDX:
8709
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8710
Key:

Data

{'content': 'to die in turn'}