Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταχύρρωστος
ταχύς
ταχυστροφάλιγξ
ταχυτάς
ταχύτεκνος
ταχυτής
ταχυτόκος
ταχυφθίμενος
ταχυφυής
ταχύφωνος
ταχύχειρ
ταχυχειρία
ταωνικός
ταώνιος
ταώς
τε
τέγγω
Τεγέα
Τεγεάτης
Τεγεατικός
Τεγεᾶτις
View word page
ταχύχειρ
quick of hand, nimble

ShortDef

quick of hand, nimble

Debugging

Headword:
ταχύχειρ
Headword (normalized):
ταχύχειρ
Headword (normalized/stripped):
ταχυχειρ
IDX:
87030
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87031
Key:

Data

{'content': 'quick of hand, nimble'}