Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταχυπνοέω
ταχύπνοια
ταχύπομπος
ταχύπορος
ταχύποτμος
ταχύπους
ταχύπτερνος
ταχυπτερορρυέω
ταχύπτερος
ταχύπωλος
ταχύρροθος
ταχύρροος
ταχύρρωστος
ταχύς
ταχυστροφάλιγξ
ταχυτάς
ταχύτεκνος
ταχυτής
ταχυτόκος
ταχυφθίμενος
ταχυφυής
View word page
ταχύρροθος
swift-rushing

ShortDef

swift-rushing

Debugging

Headword:
ταχύρροθος
Headword (normalized):
ταχύρροθος
Headword (normalized/stripped):
ταχυρροθος
IDX:
87018
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87019
Key:

Data

{'content': 'swift-rushing'}