Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταχυπέτης
ταχυπλοέω
ταχυπλοΐα
ταχύπλοος
ταχυπνοέω
ταχύπνοια
ταχύπομπος
ταχύπορος
ταχύποτμος
ταχύπους
ταχύπτερνος
ταχυπτερορρυέω
ταχύπτερος
ταχύπωλος
ταχύρροθος
ταχύρροος
ταχύρρωστος
ταχύς
ταχυστροφάλιγξ
ταχυτάς
ταχύτεκνος
View word page
ταχύπτερνος
swift-footed

ShortDef

swift-footed

Debugging

Headword:
ταχύπτερνος
Headword (normalized):
ταχύπτερνος
Headword (normalized/stripped):
ταχυπτερνος
IDX:
87014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87015
Key:

Data

{'content': 'swift-footed'}