Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ταχυεργία
ταχυεργός
ταχυήρης
ταχυθανασία
ταχυθάνατος
ταχύιππος
ταχυκάρδιος
ταχυκατάφορος
ταχυκίνησις
ταχυκίνητος
ταχυκρίσιμος
ταχυμαθής
ταχυμάχης
ταχυμετάβολος
ταχύμηνις
ταχύμορος
ταχύμυθος
ταχυναυτέω
ταχύνω
ταχυπαθής
ταχυπειθής
View word page
ταχυκρίσιμος
coming quickly to a crisis
ShortDef
coming quickly to a crisis
Debugging
Headword:
ταχυκρίσιμος
Headword (normalized):
ταχυκρίσιμος
Headword (normalized/stripped):
ταχυκρισιμος
IDX:
86993
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86994
Key:
Data
{'content': 'coming quickly to a crisis'}