Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταχυγονία
ταχύγονος
ταχυγράφος
ταχυδαής
ταχύδακρυς
ταχυδινής
ταχυδρομέω
ταχυδρομία
ταχυδρόμος
ταχυειλής
ταχυεργής
ταχυεργία
ταχυεργός
ταχυήρης
ταχυθανασία
ταχυθάνατος
ταχύιππος
ταχυκάρδιος
ταχυκατάφορος
ταχυκίνησις
ταχυκίνητος
View word page
ταχυεργής
working quickly

ShortDef

working quickly

Debugging

Headword:
ταχυεργής
Headword (normalized):
ταχυεργής
Headword (normalized/stripped):
ταχυεργης
IDX:
86982
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86983
Key:

Data

{'content': 'working quickly'}