Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταχυβάμων
ταχυβάτης
ταχυβλαστία
ταχύβλαστος
ταχύβουλος
ταχύγαμος
ταχύγηρος
ταχύγλωσσος
ταχυγονία
ταχύγονος
ταχυγράφος
ταχυδαής
ταχύδακρυς
ταχυδινής
ταχυδρομέω
ταχυδρομία
ταχυδρόμος
ταχυειλής
ταχυεργής
ταχυεργία
ταχυεργός
View word page
ταχυγράφος
shorthand writer

ShortDef

shorthand writer

Debugging

Headword:
ταχυγράφος
Headword (normalized):
ταχυγράφος
Headword (normalized/stripped):
ταχυγραφος
IDX:
86974
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86975
Key:

Data

{'content': 'shorthand writer'}