Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταφρωρύχος
τάφρωσις
τάχα
ταχίζω
ταχίνας
ταχινός
τάχος
ταχυάλωτος
ταχυβάμων
ταχυβάτης
ταχυβλαστία
ταχύβλαστος
ταχύβουλος
ταχύγαμος
ταχύγηρος
ταχύγλωσσος
ταχυγονία
ταχύγονος
ταχυγράφος
ταχυδαής
ταχύδακρυς
View word page
ταχυβλαστία
quick sprouting

ShortDef

quick sprouting

Debugging

Headword:
ταχυβλαστία
Headword (normalized):
ταχυβλαστία
Headword (normalized/stripped):
ταχυβλαστια
IDX:
86966
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86967
Key:

Data

{'content': 'quick sprouting'}