Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τάφρευμα
τάφρευσις
ταφρευτής
ταφρεύω
τάφρη
ταφροβολέω
ταφροειδής
ταφροποιέω
τάφρος
ταφρωρύχος
τάφρωσις
τάχα
ταχίζω
ταχίνας
ταχινός
τάχος
ταχυάλωτος
ταχυβάμων
ταχυβάτης
ταχυβλαστία
ταχύβλαστος
View word page
τάφρωσις
vallatus
ShortDef
vallatus
Debugging
Headword:
τάφρωσις
Headword (normalized):
τάφρωσις
Headword (normalized/stripped):
ταφρωσις
IDX:
86957
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86958
Key:
Data
{'content': 'vallatus'}