Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταφικόν
Τάφιοι
τάφιος
Τάφιος
ταφοειδής
τάφος
τάφος2
ταφρεία
τάφρευμα
τάφρευσις
ταφρευτής
ταφρεύω
τάφρη
ταφροβολέω
ταφροειδής
ταφροποιέω
τάφρος
ταφρωρύχος
τάφρωσις
τάχα
ταχίζω
View word page
ταφρευτής
ditcher

ShortDef

ditcher

Debugging

Headword:
ταφρευτής
Headword (normalized):
ταφρευτής
Headword (normalized/stripped):
ταφρευτης
IDX:
86949
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86950
Key:

Data

{'content': 'ditcher'}