Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιθλίβω
ἀντιθνῄσκω
ἀντιθρηνέω
ἀντίθροος
ἀντιθρῴσκω
ἀντιθυμόομαι
ἀντίθυρος
ἀντιθύω
ἀντικαθαιρέω
ἀντικαθέζομαι
ἀντικαθεύδω
ἀντικάθημαι
ἀντικαθίζομαι
ἀντικαθίστημι
ἀντικαίω
ἀντικακουργέω
ἀντικαλέω
ἀντικαλλωπίζομαι
ἀντικάνθαρον
ἀντικάρδιον
ἀντικαρτερέω
View word page
ἀντικαθεύδω
to sleep again

ShortDef

to sleep again

Debugging

Headword:
ἀντικαθεύδω
Headword (normalized):
ἀντικαθεύδω
Headword (normalized/stripped):
αντικαθευδω
IDX:
8693
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8694
Key:

Data

{'content': 'to sleep again'}