Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τάριχος2
ταριχοφαγία
Ταρκύνιος
ταρμύσσω
Τάρνη
τάρπη
τάρριον
ταρσικάριος
Ταρσικός
ταρσικοϋφικός
Ταρσογενής
ταρσόομαι
ταρσός
Ταρσός
Τάρσος
ταρσόω
ταρσώδης
Ταρτάρειος
ταρταρίζω
ταρταρίτης
ταρταρόπαις
View word page
Ταρσογενής
born at Tarsus
ShortDef
born at Tarsus
Debugging
Headword:
Ταρσογενής
Headword (normalized):
ταρσογενής
Headword (normalized/stripped):
ταρσογενης
IDX:
86807
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86808
Key:
Data
{'content': 'born at Tarsus'}