Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταριχευτής
ταριχευτός
ταριχεύω
ταριχηγός
ταριχηΐη
ταριχηρός
ταρίχιον
ταριχόπλεως
ταριχοποιέω
ταριχοπράτισσα
ταριχοπωλέω
ταριχοπώλης
ταριχοπώλιον
τάριχος
τάριχος2
ταριχοφαγία
Ταρκύνιος
ταρμύσσω
Τάρνη
τάρπη
τάρριον
View word page
ταριχοπωλέω
to sell salt fish

ShortDef

to sell salt fish

Debugging

Headword:
ταριχοπωλέω
Headword (normalized):
ταριχοπωλέω
Headword (normalized/stripped):
ταριχοπωλεω
IDX:
86793
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86794
Key:

Data

{'content': 'to sell salt fish'}