Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ταριχεία
ταριχεῖον
ταριχέμπορος
ταρίχευσις
ταριχευτής
ταριχευτός
ταριχεύω
ταριχηγός
ταριχηΐη
ταριχηρός
ταρίχιον
ταριχόπλεως
ταριχοποιέω
ταριχοπράτισσα
ταριχοπωλέω
ταριχοπώλης
ταριχοπώλιον
τάριχος
τάριχος2
ταριχοφαγία
Ταρκύνιος
View word page
ταρίχιον
a bit of preserved fish, meat
ShortDef
a bit of preserved fish, meat
Debugging
Headword:
ταρίχιον
Headword (normalized):
ταρίχιον
Headword (normalized/stripped):
ταριχιον
IDX:
86789
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86790
Key:
Data
{'content': 'a bit of preserved fish, meat'}