Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταραχοποιός
τάραχος
ταραχώδης
ταρβαλέος
ταρβέω
ταρβήεις
τάρβος
ταρβοσύνη
ταρβόσυνος
ταργάνη
τάργανον
ταργανόομαι
Ταργυηνός
ταριχᾶς
ταριχεία
ταριχεῖον
ταριχέμπορος
ταρίχευσις
ταριχευτής
ταριχευτός
ταριχεύω
View word page
τάργανον
vinegar

ShortDef

vinegar

Debugging

Headword:
τάργανον
Headword (normalized):
τάργανον
Headword (normalized/stripped):
ταργανον
IDX:
86775
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86776
Key:

Data

{'content': 'vinegar'}