Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ταραντιναρχία
Ταραντίναρχος
Ταραντινίζω
Ταραντίνινος
Ταραντῖνοι
Ταραντῖνον
Ταραντῖνος
ταραξικάρδιος
ταραξίπολις
ταράξιππος
ταραξιππόστρατος
τάραξις
Τάρας
ταράσσω
ταραχά
ταραχή
ταραχοποιός
τάραχος
ταραχώδης
ταρβαλέος
ταρβέω
View word page
ταραξιππόστρατος
troubling the horse-array
ShortDef
troubling the horse-array
Debugging
Headword:
ταραξιππόστρατος
Headword (normalized):
ταραξιππόστρατος
Headword (normalized/stripped):
ταραξιπποστρατος
IDX:
86759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86760
Key:
Data
{'content': 'troubling the horse-array'}