Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τάρανδος
Ταραντιναρχέω
Ταραντιναρχία
Ταραντίναρχος
Ταραντινίζω
Ταραντίνινος
Ταραντῖνοι
Ταραντῖνον
Ταραντῖνος
ταραξικάρδιος
ταραξίπολις
ταράξιππος
ταραξιππόστρατος
τάραξις
Τάρας
ταράσσω
ταραχά
ταραχή
ταραχοποιός
τάραχος
ταραχώδης
View word page
ταραξίπολις
troubling the city

ShortDef

troubling the city

Debugging

Headword:
ταραξίπολις
Headword (normalized):
ταραξίπολις
Headword (normalized/stripped):
ταραξιπολις
IDX:
86757
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86758
Key:

Data

{'content': 'troubling the city'}