Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ταραγμός
ταρακτήριον
ταράκτης
ταρακτικός
ταρακτός
τάρακτρον
τάρανδος
Ταραντιναρχέω
Ταραντιναρχία
Ταραντίναρχος
Ταραντινίζω
Ταραντίνινος
Ταραντῖνοι
Ταραντῖνον
Ταραντῖνος
ταραξικάρδιος
ταραξίπολις
ταράξιππος
ταραξιππόστρατος
τάραξις
Τάρας
View word page
Ταραντινίζω
ride like a Tarentine horseman
ShortDef
ride like a Tarentine horseman
Debugging
Headword:
Ταραντινίζω
Headword (normalized):
ταραντινίζω
Headword (normalized/stripped):
ταραντινιζω
IDX:
86751
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86752
Key:
Data
{'content': 'ride like a Tarentine horseman'}