Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταπεινολογία
ταπεινός
ταπεινότης
ταπεινοφρονέω
ταπεινοφροσύνη
ταπεινόφρων
ταπεινόψυχος
ταπεινόω
ταπείνωμα
ταπείνωσις
ταπεινωτέον
ταπή
τάπης
ταπητάριος
ταπητέμπορος
ταπιδυφάντης
ταπιδύφος
τάπις
ταπιτιοῦχος
ταπρῶτα
τάραγμα
View word page
ταπεινωτέον
one must disparage

ShortDef

one must disparage

Debugging

Headword:
ταπεινωτέον
Headword (normalized):
ταπεινωτέον
Headword (normalized/stripped):
ταπεινωτεον
IDX:
86730
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86731
Key:

Data

{'content': 'one must disparage'}