Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ταξιαρχικός
ταξίαρχος
ταξίλοχος
ταξιόζωτος
ταξιόομαι
τάξις
ταξίφυλλος
τάξος
Τάοχοι
ταπεινολογία
ταπεινός
ταπεινότης
ταπεινοφρονέω
ταπεινοφροσύνη
ταπεινόφρων
ταπεινόψυχος
ταπεινόω
ταπείνωμα
ταπείνωσις
ταπεινωτέον
ταπή
View word page
ταπεινός
low
ShortDef
low
Debugging
Headword:
ταπεινός
Headword (normalized):
ταπεινός
Headword (normalized/stripped):
ταπεινος
IDX:
86721
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86722
Key:
Data
{'content': 'low'}