Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τανύστροφος
τανυστύς
τανύσφυρος
τανυφάντης
τανύφθογγος
τανύφλοιος
τανύφυλλος
τανυχειλής
τανύω
ταξᾶτος
ταξείδιον
ταξεώτης
ταξιαρχέω
ταξιάρχης
ταξιαρχία
ταξιαρχικός
ταξίαρχος
ταξίλοχος
ταξιόζωτος
ταξιόομαι
τάξις
View word page
ταξείδιον
purpose

ShortDef

purpose

Debugging

Headword:
ταξείδιον
Headword (normalized):
ταξείδιον
Headword (normalized/stripped):
ταξειδιον
IDX:
86706
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86707
Key:

Data

{'content': 'purpose'}