Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τανύρροιζος
τανυσίδρομος
τανυσίπτερος
τάνυσις
τανυσίσκοπος
τανύσκιος
τανύσκομαι
τανύστροφος
τανυστύς
τανύσφυρος
τανυφάντης
τανύφθογγος
τανύφλοιος
τανύφυλλος
τανυχειλής
τανύω
ταξᾶτος
ταξείδιον
ταξεώτης
ταξιαρχέω
ταξιάρχης
View word page
τανυφάντης
weaver

ShortDef

weaver

Debugging

Headword:
τανυφάντης
Headword (normalized):
τανυφάντης
Headword (normalized/stripped):
τανυφαντης
IDX:
86699
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86700
Key:

Data

{'content': 'weaver'}