Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τανύπλευρος
τανυπλόκαμος
τανύπρεμνος
τανύπρωρος
τανύπτερος
τανυπτέρυξ
τανύπτορθος
τανύρριζος
τανύρρινος
τανύρροιζος
τανυσίδρομος
τανυσίπτερος
τάνυσις
τανυσίσκοπος
τανύσκιος
τανύσκομαι
τανύστροφος
τανυστύς
τανύσφυρος
τανυφάντης
τανύφθογγος
View word page
τανυσίδρομος
running swiftly

ShortDef

running swiftly

Debugging

Headword:
τανυσίδρομος
Headword (normalized):
τανυσίδρομος
Headword (normalized/stripped):
τανυσιδρομος
IDX:
86690
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86691
Key:

Data

{'content': 'running swiftly'}