Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντίδουπος
ἀντίδρασις
ἀντιδράσσομαι
ἀντιδράω
ἀντιδρομέω
ἀντιδύνω
ἀντιδυσχεραίνω
ἀντιδωρεά
ἀντιδωρέομαι
ἀντίδωρον
ἀντιζεύγνυμι
ἀντιζηλία
ἀντίζηλος
ἀντιζηλόω
ἀντιζητέω
ἀντιζυγία
ἀντίζυγος
ἀντιζυγόω
ἀντιζωγρέω
ἀντιθάλπω
ἀντιθανατάω
View word page
ἀντιζεύγνυμι
annex
ShortDef
annex
Debugging
Headword:
ἀντιζεύγνυμι
Headword (normalized):
ἀντιζεύγνυμι
Headword (normalized/stripped):
αντιζευγνυμι
IDX:
8661
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8662
Key:
Data
{'content': 'annex'}