Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ταλασιουργός
ταλασίφρων
ταλαύρινος
ταλάωρ
Ταλθύβιος
τᾶλις
ταμεσίχρως
ταμία
ταμία2
ταμιακός
ταμίας
ταμιεία
ταμιεῖον
ταμίευμα
ταμίευσις
ταμιευτικός
ταμιεύω
ταμικός
ταμιοῦχος
ταμιόω
ταμισίνης
View word page
ταμίας
master, controller, treasurer
ShortDef
master, controller, treasurer
Debugging
Headword:
ταμίας
Headword (normalized):
ταμίας
Headword (normalized/stripped):
ταμιας
IDX:
86613
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86614
Key:
Data
{'content': 'master, controller, treasurer'}