Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταλακάρδιος
ταλανίζω
ταλαντεία
ταλαντεύω
ταλαντιαῖος
τάλαντον
ταλαντόομαι
ταλαντοῦχος
ταλάντωσις
ταλαός
Ταλαός
ταλαπείριος
ταλαπενθής
ταλάριον
ταλαρίσκος
τάλαρος
τάλας
ταλασήϊος
ταλασία
ταλάσιος
ταλασιουργέω
View word page
Ταλαός
Talaus

ShortDef

steadfast
Talaus

Debugging

Headword:
Ταλαός
Headword (normalized):
ταλαός
Headword (normalized/stripped):
ταλαος
IDX:
86590
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86591
Key:

Data

{'content': 'Talaus'}