Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ταγεία
ταγεύω
ταγέω
ταγή
ταγηνίας
ταγηνίζω
ταγήνισις
ταγηνισταί
ταγηνιστός
ταγηνοκνισοθήρας
τάγηνον
ταγηνοστρόφιον
τάγμα
ταγματάρχης
ταγματικός
ταγμάτιον
ταγός
ταγοῦχος
τάγυρι
τάγχαρας
τᾷδε
View word page
τάγηνον
a frying-pan, saucepan

ShortDef

a frying-pan, saucepan

Debugging

Headword:
τάγηνον
Headword (normalized):
τάγηνον
Headword (normalized/stripped):
ταγηνον
IDX:
86537
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86538
Key:

Data

{'content': 'a frying-pan, saucepan'}