Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ταγαρίζα
ταγγή
ταγγίζω
ταγγός
ταγεία
ταγεύω
ταγέω
ταγή
ταγηνίας
ταγηνίζω
ταγήνισις
ταγηνισταί
ταγηνιστός
ταγηνοκνισοθήρας
τάγηνον
ταγηνοστρόφιον
τάγμα
ταγματάρχης
ταγματικός
ταγμάτιον
ταγός
View word page
ταγήνισις
frying
ShortDef
frying
Debugging
Headword:
ταγήνισις
Headword (normalized):
ταγήνισις
Headword (normalized/stripped):
ταγηνισις
IDX:
86533
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86534
Key:
Data
{'content': 'frying'}